Η επιδιόρθωση, η προστασία και η βελτίωση της εμφάνισης των ξύλινων επιφανειών ήταν συνήθως εργασίες για ειδικούς. Με τα σημερινά μέσα όμως, δεν είναι δύσκολο για τον καθένα να πετύχει καλά αποτελέσματα. Τρόποι και τεχνικές περιγράφονται παρακάτω.
Επιφανειακές μικροεπισκευές
Τα σημάδια του χρόνου κάποτε γίνονται φανερά στα παλιά έπιπλα. Τοπικά ξεθωριάσματα, ξεκολλήματα του καπλαμά, τρύπες από σαράκι.
Για όλα υπάρχουν τρόποι αποκατάστασης.
1. Τρύπες και σχισίματα γεμίζονται με ξυλόστοκο στο χρώμα του ξύλου. Πιέζετε με τη σπάτουλα και όταν στεγνώσει λειαίνετε την επιφάνεια.
2. Ο στόκος γομαλάκας ρευστοποιείται με κολλητήρι. Γεμίζετε λίγο-λίγο το φθαρμένο σημείο και τρίβετε με ψιλό γυαλόχαρτο.
3. Τα χρωματιστά βερνίκια ρετουσαρίσματος χρησιμοποιούνται κυρίως σε επιφάνειες μελαμίνης που παρουσιάζουν φθορές στην επίστρωση.
4. Το σαράκι καταπολεμείται με ενέσεις. Ένα δραστικό υγρό διοχετεύεται με σύριγγα μιας χρήσης μέσα στις τρύπες, οι οποίες μετά στοκάρονται.
5. Για τη θαμπάδα και τους γκρίζους λεκέδες λόγω της υγρασίας, υπάρχει ειδικό καθαριστικό σε σπρέι. Όταν στεγνώσει, ψεκάζετε με γυαλιστικό.
6. Μολύβια ρετουσαρίσματος υπάρχουν σε όλες τις αποχρώσεις ξύλου. Το διορθωμένο σημείο ψεκάζεται μετά με βερνίκι.
Αποκατάσταση φθαρμένων καπλαμάδων
1. Στα ξεκολλημένα σημεία, ανασηκώνετε λίγο τον καπλαμά με ένα σκαρπέλο, βάζετε από κάτω την κόλλα και πατάτε με το ηλεκτρικό σίδερο.
2. Οι ταινίες επικάλυψης ακμών από καπλαμά μπορούν να προσαρμοστούν χρωματικά απόλυτα. Πρώτα τις βάφετε και μετά περνάτε γυαλιστικό.
3. Ο στόκος με βάση το κερί έχει μια ιδιαίτερα στέρεη σύσταση και είναι ιδανικός για να σφραγίζετε μικρές εγκοπές και τρύπες του ξύλου.
4. Ο αυτοκόλλητος καπλαμάς είναι επιστρωμένος (πίσω πλευρά) με κόλλα τήξεως. Όταν σιδερωθεί με ηλεκτρικό σίδερο κολλάει στο υπόστρωμα.
5. Τις σπασμένες γωνίες τις κόβετε σε ένα κανονικό σχήμα και κολλάτε ένα πρόσθετο κομμάτι καπλαμά, ακολουθώντας τα νερά του ξύλου.
6. Μεγάλα κομμάτια καπλαμά μπορούν να ενωθούν με αυτοκόλλητη ταινία. Μέχρι να ταιριάξετε το φύλλο κατά το κόλλημα, βάζετε ενδιάμεσα πηχάκια.
Περιποίηση επιφανειών
Τα γυαλιστικά είναι το πιο συνηθισμένο μέσο περιποίησης επίπλων. Μερικά έχουν σαν βάση το κερί και άλλα έχουν σαν βάση τη σιλικόνη. Όλα περνιούνται με ένα καθαρό πανί και μετά από λίγη ώρα ακολουθεί ένα συμπληρωματικό γυάλισμα.
Αφαίρεση παλιών χρωμάτων με χημικά
Για να αποκαλυφθεί το όμορφο ξύλο της σκαλιστής καρέκλας πρέπει να απομακρυνθούν τα στρώματα μπογιάς που έχουν κατά καιρούς περαστεί. Επειδή η καρέκλα έχει αρκετά «περίπλοκη» μορφή, με την ξύστρα ή το τριβείο δε θα έχετε αποτέλεσμα. Θα χρειαστεί η βοήθεια διαβρωτικού. Το χημικό υγρό προσβάλλει και διαλύει το παλιό βερνικόχρωμα, ακόμα και στις βαθύτερες εσοχές και γωνίες. Συνεχίζετε το καθάρισμα με μια μπρούντζινη συρματόβουρτσα ή και διαβρωτικό σε σπρέι. Προσοχή όμως. Όλα αυτά τα χημικά είναι ιδιαίτερα «επιθετικά». Ο καλός αερισμός του χώρου είναι απαραίτητος, καθώς και τα προστατευτικά γάντια και γυαλιά. Καλό είναι να φορέσετε και μάσκα προστασίας της αναπνοής με ειδικό φίλτρο. Όταν ο καθαρισμός ολοκληρωθεί και μετά από ένα τρίψιμο με ψιλό γυαλόχαρτο, μπορείτε να ασταρώσετε και να βερνικώσετε την καρέκλα ή να την λουστράρετε με λάδι και κερί.
Επαλείφετε το διαβρωτικό στη χρωματισμένη επιφάνεια και το αφήνετε να δράσει για 15 λεπτά περίπου. Ίσως χρειαστεί και δεύτερο πέρασμα.
Όταν περάσει ο χρόνος επίδρασης του διαβρωτικού, αφαιρείτε το παλιό χρώμα που έχει μαλακώσει και ξεκολάει με ορειχάλκινη βούρτσα.
Κάθε ίχνος παλιάς μπογιάς πρέπει να φύγει. Ακόμα και τυχόν κατάλοιπα ασταρώματος πρέπει να εξαφανιστούν, είτε με το ανάλογο διαλυτικό μέσο, είτε με ελαφρύ ξύσιμο και τρίψιμο. Αφήστε μετά το απελευθερωμένο ξύλο να «ξεκουραστεί» μερικές ώρες, να αναπνεύσει και να προσαρμοστεί στις συνθήκες του περιβάλλοντος.
Αν έχει αποκαλυφθεί κάποιο όμορφο ξύλο, δε χρειάζεται να ασταρώσετε και να βερνικώσετε την καρέκλα. Απλά την πλένετε καλά.
Μετά το στέγνωμα και μία τελική, επιμελημένη λείανση, εφαρμόζετε την παραδοσιακή τεχνική της περιποίησης του ξύλου με λάδι και κερί.
Aφαίρεση παλιών χρωμάτων με μηχανικά μέσα
Χωρίς χημικά
Οι μεγάλες, λείες επιφάνειες (π.χ. ξύλινες πόρτες) μπορούν να απαλλαγούν από τα παλιά χρώματα με μηχανικά μέσα. Μαλακώνετε τις στρώσεις της μπογιάς με θερμό αέρα και τις ξεκολλάτε με τη σπάτουλα. Σε πολλές περιπτώσεις μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ξύστρες ή ταινιολειαντήρα, το γνωστό «τανκ». Αν δεν έχετε όμως κάποια σχετική εμπειρία, καλό είναι να εξασκηθείτε λίγο προηγουμένως σε μια πλατιά σανίδα.
Ρυθμίζετε το θερμοπίστολο στους 500 οC και αφαιρείτε τις στρώσεις της παλιάς μπογιάς που έχουν μαλακώσει με μια γερή σπάτουλα.
Σε μεγάλες λείες επιφάνειες χρησιμοποιείται ταινιολειαντήρας. Για τη χοντρική αφαίρεση με 100άρι γυαλόχαρτο και για τη λείανση με 200άρι.
Οι εσοχές και τα λούκια καθαρίζονται με ξύστρες. Προσοχή: αν ακουμπήσετε λοξά το εργαλείο, θα χαρακώσετε την επιφάνεια.
Τα λειαντικά μέσα και η κόκκωση
Η κόκκωση αποτελεί σημαντικό παράγοντα της διαδικασίας του τριψίματος. Είναι αυτή που διαφοροποιεί τη δράση των λειαντικών φύλλων, γι’ αυτό το λόγο και αναγράφεται πάντα στο πίσω μέρος του γυαλόχαρτου. Όσο πιο μικρός είναι ο αριθμός του λειαντικού φύλλου, τόσο πιο χοντρή είναι η κόκκωση. Σπάνια θα χρειαστείτε κόκκωση πιο χοντρή από 80, ή πιο λεπτή από 240. Πρέπει επίσης να γνωρίζετε ότι κατά το τρίψιμο με το τριβείο η δράση είναι σαφώς μεγαλύτερη απ’ ό,τι με το χέρι.
Η επεξεργασία των επιφανειών γίνεται κατά κανόνα αρχίζοντας με χοντρή κόκκωση και καταλήγοντας σε λεπτή. Τρία νούμερα είναι συνήθως αρκετά. Πιο συγκεκριμένα: το 100άρι γυαλόχαρτο είναι ιδανικό για το πρώτο τρίψιμο, το 180άρι για το ενδιάμεσο, ενώ το 240άρι κρίνεται ιδιαίτερα κατάλληλο για το τελικό στάδιο τριψίματος.
Οι λειαντικοί σπόγγοι διατίθενται σε πολλά μεγέθη κόκκωσης, όπως και τα σμυριδόπανα*. Ο αφρώδης πυρήνας τους κάνει πολύ εύκαμπτους.
Το λειαντικό φλις (ίνες νάιλον με ενσωματωμένους κόκκους υλικού λείανσης) έχει καθιερωθεί κυρίως για τις δύσκολα προσβάσιμες γωνίες.
Οι λειαντικοί σπόγγοι έχουν ένα μαλακό πυρήνα και διαφορετικό μέγεθος κόκκωσης στις δύο πλευρές. Ιδανικοί για τρίψιμο προφίλ.
Τα γυαλόχαρτα υγρής λείανσης έχουν εξαιρετικά λεπτή κόκκωση, η οποία αρχίζει από το Νο 400 ως το Νο 2.000.
Υγρό τρίψιμο χρησιμοποιείται σε μεταλλικές επιφάνειες, καθώς και για την προετοιμασία για βερνίκωμα ξύλινων σκαφών πολυτελείας.
Η κρέμα τριψίματος ανανεώνει τις θαμπές βαμμένες επιφάνειες. Επαλείφεται και τρίβεται με βαμβακερό ύφασμα, με κυκλικές κινήσεις.
Η γυαλάδα ενός επίπλου μπορεί να μετριαστεί αν η επιφάνεια τριφτεί ελαφρά με ψιλό ατσαλόμαλλο, βαθμολογημένο από 0 έως 000.
Πριν τριφτεί για να βερνικωθεί μια ξύλινη επιφάνεια, πρέπει να υγρανθεί λίγο. Έτσι ανασηκώνονται οι ίνες και το τρίψιμο γίνεται καλύτερα.
Οι ακατέργαστες επιφάνειες, όπως έχει αναφερθεί και παραπάνω, πρέπει να βρέχονται λίγο πριν από το τρίψιμο για το βερνίκωμα. Στη φωτογραφία, η διαφορά ανάμεσα στην υγρή και τη στεγνή επιφάνεια.
Σημάδια στα έπιπλα
Στις επιφάνειες των επίπλων συχνά δημιουργούνται βαθουλώματα από κάποιο χτύπημα ή κάποιο βαρύ αντικείμενο. Για να αποκαταστήσετε τη ζημιά, τρίψτε λίγο το σημείο με ψιλό γυαλόχαρτο ώστε να φύγει το βερνίκι και στάξτε λίγο νερό στο ξύλο. Αφού το απορροφήσει, επαναλάβετε μια-δυο φορές. Με το σίδερο στη μεσαία σκάλα και ένα πανί, σιδερώστε το (φουσκωμένο πλέον) βαθούλωμα και μετά βερνικώστε συμπληρωματικά.
Τα υλικά και οι τεχνικές για τη βαφή του ξύλου
Ξυλοβαφές υπάρχουν έτοιμες, σε υγρή μορφή με υδατική βάση, ή σε σκόνες οι οποίες διαλύονται με ζεστό νερό. Ένα μεγάλο πλεονέκτημά τους είναι ότι έχει κανείς τη δυνατότητα να δώσει χρωματικές αποχρώσεις στο ξύλο, χω-ρίς ωστόσο να καλύψει την όμορφη επιφανειακή δομή του, τα λεγόμενα νερά. Γι’ αυ-τόν ακριβώς το λόγο και πρέπει η επιφάνεια να μην παρουσιάζει οποιεσδήποτε ατέλειες (π.χ. ρόζους). Για διακοσμητικούς λόγους κυρίως, χρησιμοποιούνται πολλές φορές χρώματα άσχετα με το ξύλο -π.χ. μπλε, κόκκινο, πράσινο κλπ.- ενώ άλλες φορές διατηρείται περισσότερο η φυσική του εμφάνιση και αλλάζει η απόχρωση, για παράδειγμα η οξιά παίρνει απόχρωση καρυδιάς ή μαονιού. Μέτα τη διαδικασία του βαψίματος, ακολουθεί συνήθως προστατευτικό βερνίκωμα ή επεξεργασία της επιφάνειας με λάδι και κερί.
Υπάρχουν ξυλοβαφές που χρωματίζουν κανονικά το ξύλο και άλλες που απλά τονίζουν την υφή του ή που αλλάζουν τη φυσική του απόχρωση. Η ποικιλία των χρωμάτων είναι μεγάλη και αυξάνεται με τη δυνατότητα προσμίξεων.
Με προσμίξεις μπορείτε να πετύχετε ακριβώς την απόχρωση που θέλετε. Φροντίστε όμως οι βαφές να είναι του ίδιου είδους και να προέρχονται από τον ίδιο κατασκευαστή. Μερικές βαφές με υγρή αμμωνία δίνουν εμφάνιση ρουστίκ.
Πριν βάψετε την επιφάνεια πρέπει να την βρέξετε και, αφού στεγνώσει, να τη λειάνετε καλά. Καθαρίστε με ηλεκτρική σκούπα τη σκόνη του τριψίματος.
Οι τρίχες του πινέλου που θα χρησιμοποιήσετε δεν πρέπει να είναι δεμένες με σύρμα ή μεταλλικό έλασμα. Απλώστε το υγρό πρώτα σύμφωνα με τα νερά και μετά κάθετα.
Για να εισχωρήσει βαθιά η βαφή στους πόρους του ξύλου, μετά από δύο λεπτά τρίβετε με μία ορειχάλκινη βούρτσα -πάντα προς την πλευρά των νερών.
Καθαρίζετε την περίσσια βαφή με ένα σφουγγάρι ή με ένα ταμπόν για να γίνει η επιφάνεια ομοιόχρωμη. Και πάλι δουλεύετε προς την κατεύθυνση των φλεβώσεων.
Ειδικά για το ξύλο βελανιδιάς υπάρχει η ειδική βαφή ρουστίκ, που επαλείφεται με ένα κομμάτι ύφασμα και κάνει το δρύινο ξύλο να δείχνει πολύ παλιό.
Συνδυάζοντας τις βαφές
Μπορείτε να έχετε οποιαδήποτε απόχρωση Η εξαιρετικά πλούσια γκάμα των ξυλοβαφών σε σκόνη (υπάρχουν περίπου 25 διαφορετικές αποχρώσεις) επιτρέπει, με τους κατάλληλους συνδυασμούς και τις μικρότερες η μεγαλύτερες αραιώσεις, τη δημιουργία ατελείωτων χρωματισμών και τόνων. Το πέρασμα με το πινέλο γίνεται πάντα από το κέντρο προς τις άκρες.
Βερνίκωμα του ξύλου
Με σωστό βερνίκωμα, οι επιφάνειες των επίπλων αποκτούν όχι μόνο ωραία εμφάνιση αλλά και προστασία. Βαμμένα ή άβαφα έπιπλα και γενικότερα οι ξύλινες επιφάνειες προστατεύονται από τη φθορά και τους ρύπους με τη βοήθεια ενός καλού βερνικώματος. Ανάλογα με το είδος και την κατάσταση της επιφάνειας, προηγείται συνήθως ένα πέρασμα με διαφανές αστάρι ή συντηρητικό ξύλου, για να διευκολυνθεί η πρόσφυση του βερνικιού ή και να σφραγιστούν οι πόροι του ξύλου. Ακολουθεί το βερνίκωμα με πινέλο, ρολό ή πιστόλι βαψίματος.
Το γεμιστικό αστάρι είναι διεισδυτικό και ιδιαίτερα καλυπτικό. Χρησιμοποιείται σε ξύλα με βαθιούς πόρους, όπως η βελανιδιά ή ο φράξος.
Υπάρχουν ταχυστέγνωτα αστάρια που επιταχύνουν πολύ την προετοιμασία για το βερνίκωμα. Μία ώρα μετά το πέρασμα ξεκινά το τρίψιμο.
Σε ορισμένα μαλακά ξύλα δεν είναι αρκετό ένα πέρασμα. Χρειάζεται και δεύτερο χέρι, αφού μεσολαβήσει ένα ενδιάμεσο τρίψιμο με γυαλόχαρτο.
Τα υδατοδιαλυτά ακρυλικά βερνίκια είναι σχεδόν άοσμα και πολύ ανθεκτικά. Στεγνώνουν γρήγορα, ώστε σε μία μέρα να γίνονται τρία περάσματα.
Τα υλικά που μετατρέπουν σε ματ τις πολύ γυαλιστερές επιφάνειες, δεν περνιούνται με πινέλο αλλά τρίβονται με ένα πανί προς τη φορά των νερών.
Τα ξύλα που δεν έχουν βαθιούς πόρους αποκτούν καλή επιφάνεια με το πρώτο κιόλας πέρασμα. Εδώ έχει χρησιμοποιηθεί ένα βερνίκι ματ.
Τα βερνίκια σε σπρέι είναι συνήθως νιτρικής βάσης ή αλκυδικών ρητινών. Χρησιμοποιούνται πιο πολύ για μικροεπιδιορθώσεις σε έπιπλα.
Οι διαφορές μεταξύ βερνικιών υδατικής βάσης και συνθετικών ρητινών είναι μεγάλες. Αριστερά η απόχρωση έμεινε ίδια, δεξιά έγινε πιο έντονη.
Για περισσότερη λάμψη και αντοχή
Γυαλιστερό ή ματ. Τα βερνίκια νίτρου καλύτερα είναι να ψεκάζονται. Η σωστή σειρά επίστρωσης είναι: δύο χέρια αστάρι και μετά βερνίκωμα.
Επιφάνειες που καταπονούνται. Για αυτές τις επιφάνειες υπάρχουν βερνίκια πατωμάτων, ενός συστατικού, πολύ μεγάλης αντοχής.
Βερνίκωμα μεταλλικών εξαρτημάτων επίπλων
Όσο συχνά κι αν καθαρίζετε τους ορειχάλκινους μεντεσέδες και τα χερούλια των επίπλων, γρήγορα θαμπώνουν και πάλι. Σε μερικούς αρέσει αυτό το είδος της φυσικής πατίνας, που εκτιμάται ιδιαίτερα στις αντίκες. Αν δεν ανήκετε σε αυτή την κατηγορία, θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε ένα προστατευτικό βερνίκι. Υπάρχει το κλασικό βερνίκι νίτρου για χάλκινα και ορειχάλκινα εξαρτήματα που διατίθεται και σε σπρέι.
Λάδι και κερί
Το λάδι εισχωρεί στο ξύλο και το κάνει αδιάβροχο και ανθεκτικότερο στο χρόνο, ενώ από την άλλη πλευρά το κερί δημιουργεί μια επιφάνεια που απωθεί τη σκόνη και τους ρύπους. Τα φυσικά αυτά υλικά δεν περιέχουν τοξικές ουσίες και μπορούν ανετα να χρησιμοποιηθούν σε παιδικά δωμάτια. Ένα ακόμα πλεονέκτημα είναι ότι το ξύλο εξακολουθεί να «αναπνέει» καθώς δε φράζονται οι πόροι.
Επεξεργασία ξύλου πεύκου
Το πεύκο βερνικώνεται καλά. Εκτός αν περιέχει πολύ ρετσίνι. Το ρετσίνι δε δέχεται το βερνίκι και η επιφάνεια λεκιάζει. Για την «απορετσίνωση» του ξύλου υπάρχουν αλκαλικά διαλύματα. Αποτέλεσμα επίσης φέρνει η διαβροχή του ξύλου με αλυσίβα, ή η επάλειψη με σαπούνι πατωμάτων και τρίψιμο με βούρτσα.
Το στερεό κερί επαλείφεται με ένα μαλακό πανί. Μετά την επάλειψη, που γίνεται με κυκλικές κινήσεις, η επιφάνεια στιλβώνεται με μια βούρτσα.
Το κερί διατίθεται σε πολλές αποχρώσεις ξύλου. Τα ανοικτόχρωμα χρησιμοποιούνται σε ανακαινίσεις και τα σκουρόχρωμα σε αντίκες.
Τα ανοικτόχρωμα ξύλα μπορεί κανείς να τα σκουρήνει αν θέλει, χρησιμοποιώντας κερί με χρωστικές ουσίες που ταιριάζουν στο ξύλο.
Κατάλληλο για έπιπλα κάποιας αξίας ή ξύλινα παιδικά παιχνίδια είναι το λεγόμενο «βάλσαμο κεριού μέλισσας» που προστατεύει και συντηρεί.
Το λάδι ασταρώματος περιορίζει την απορροφητικότητα των ξύλινων επιφανειών και χρησιμοποιείται και σαν υπόστρωμα για επίστρωση κεριού.
Το ξυλουργικό λάδι χαρίζει στο ξύλο μια όμορφη ζεστή απόχρωση. Με την προσθήκη χρωστικών ουσιών μπορεί και να χρωματίσει την επιφάνεια.
Το «σκληρό λάδι» χρησιμοποιείται σε επιφάνειες που δέχονται φορτία. Απλώνεται αρκετό και όσο δεν απορροφηθεί μαζεύεται με σπάτουλα.
Ανάλογα με το βαθμό προστασίας που θέλει κανείς να εξασφαλίσει, το λάδι ξύλου περνιέται μία ή περισσότερες φορές και γυαλίζεται με κετσέ.
Ειδικό λάδι προστασίας και περιποίησης υπάρχει για το ξύλο τικ. Χαρίζει στις γκριζαρισμένες επιφάνειες μια νές βαθιά χρωματική λάμψη.
Προστατευτικά, διαφανή βερνίκια
Είναι περισσότερο γνωστά σαν λαζούρες. Προσφέρουν στο ξύλο επιφανειακή περιποίηση και προστασία, συνήθως και σε εξωτερικούς χώρους. Είναι βερνίκια άχρωμα, που περιέχουν ελάχιστες χρωστικές ή που δίνουν φυσικές αποχρώσεις ξύλων. Η επίστρωση του άχρωμου βερνικιού αποτελεί ένα είδος βαφής ανοιχτών πόρων που, όταν επαναληφθεί, δημιουργεί κάτι σαν καλυπτική μεμβράνη και παρουσιάζει σχετική γυαλάδα. Σαν διαλυτικά μέσα στις λαζούρες χρησιμοποιούνται φυτικά έλαια ή και καθαρό νερό, μια μέθοδος φιλική προς το περιβάλλον.
Στο παιδικό δωμάτιο
Για εργασίες όπως το βάψιμο ή το βερνίκωμα των επίπλων στο παιδικό δωμάτιο, όπως και για να χρωματίσετε τα ξύλινα παιχνίδια των παιδιών, η ασφαλέστερη μέθοδος είναι να χρησιμοποιούνται χρώματα και βερνίκια υδατικής βάσης. Τα έτοιμα ξύλινα παιχνίδια που βρίσκονται σε όλα τα παιδικά δωμάτια και που δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει με τι είδους υλικό έχουν χρωματιστεί, καλό είναι να περνιούνται με ένα ή δύο χέρια διαφανές βερνίκι νερού.
Με λαζούρες ίδιας σύστασης (π.χ. υδατικής βάσης) μπορούν να γίνουν προσμίξεις και να δημιουργηθούν ενδιάμεσοι τόνοι και αποχρώσεις.
Για το άπλωμα των λεπτόρρευστων βερνικιών χρησιμοποιούνται ειδικά πινέλα, όπως αυτό της φωτογραφίας που έχει σκληρή κινέζικη τρίχα.
Οι λαζούρες που περιέχουν λάδι εισχωρούν βαθιά στους πόρους του ξύλου και μπορεί από πάνω να περαστεί χρώμα ή κάποιο γυαλιστικό.
Το καλυπτικό χρώμα μπορεί και αυτό να αποκτήσει την υφή λαζούρας αν προστεθεί λινέλαιο και νέφτι. Απλώνεται αρκετό και σκουπίζεται με πανί.
Οι λαζούρες εξωτερικής χρήσης δημιουργούν παχύτερη προστατευτική μεμβράνη και περιέχουν και φίλτρα κατά των υπεριωδών ακτίνων.
Διαφορετικά είδη ξύλου, διαφορετικές επιδράσεις. Όλα έχουν περαστεί με το ίδιο άχρωμο βερνίκι. Από αριστερά: κέδρος, σφέδαμνος, λίμπα.
Τα πολύ λεπτόρευστα άχρωμα βερνίκια μπορούν να δουλευτούν και με τυλιγμένο ύφασμα (μπάλα), διαποτίζοντας πολύ καλύτερα το ξύλο.
Η λαζούρα νερού περνιέται κατευθείαν στο ξύλο. Στεγνώνει πολύ γρήγορα,
πηγή